Η συμπτωματική χολολιθίαση και η οξεία χολοκυστίτιδα αντιμετωπίζονται χειρουργικά με χολοκυστεκτομή, αφαίρεση δηλαδή της χοληδόχου κύστεως με το περιεχόμενό της.
Η κλασσική ανοικτή χολοκυστεκτομή έχει πλέον ιστορική μόνο αξία και δεν θα περιγραφεί στη συνέχεια. Η θέση της στη σύγχρονη χειρουργική παραμένει ως βοήθημα της λαπαροσκοπικής / ρομποτικής προσέγγισης, όταν με αυτήν είναι αδύνατον να ολοκληρωθεί η επέμβαση, οπότε και γίνεται μετατροπή σε ανοικτή.
Λαπαροσκοπική / Ρομποτική χολοκυστεκτομή
Η λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή είναι ουσιαστικά η επέμβαση σταθμός, η οποία άνοιξε το δρόμο για τις ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές (λαπαροσκοπική, ρομποτική χειρουργική), στον τομέα της Γενικής Χειρουργικής. Όταν το τοίχωμα της χοληδόχου κύστεως δεν πάσχει (απλή χολολιθίαση), η επέμβαση είναι σχετικά απλή και θεωρείται εγχείρηση ρουτίνας. Όταν όμως υπάρχει χολοκυστίτιδα δηλ. φλεγμονή (οξεία ή χρόνια) του τοιχώματος της χοληδόχου κύστης, ο βαθμός δυσκολίας της χολοκυστεκτομής ανεβαίνει κατακόρυφα, όπως επίσης και ο κίνδυνος επιπλοκών.
Σκοπός της επέμβασης: Ο στόχος της επέμβασης είναι η πλήρης και ασφαλής αφαίρεση της χοληδόχου κύστεως, χωρίς κακώσεις των γειτονικών οργάνων (ήπαρ, 12δάκτυλο, παχύ έντερο, χοληδόχος πόρος, ηπατική αρτηρία και κλάδοι της, κλπ).
Πώς γίνεται: Η επέμβαση γίνεται δια μέσου 4 δερματικών τομών, η μεγαλύτερη των οποίων έχει μήκος 12 χιλιοστά και η μικρότερη μόλις 5 χιλιοστά. Αρχικά, αναγνωρίζεται και παρασκευάζεται (αποκολλάται) η χοληδόχος κύστη από τα γειτονικά όργανα, έτσι ώστε να μείνει κρεμάμενη από τον κυστικό πόρο (το σωλήνα μέσα από τον οποίον η αποθηκευμένη χολή περνά στο χοληδόχο πόρο) και την κυστική αρτηρία. Αφού αναγνωρισθούν υπεράνω πάσης αμφιβολίας οι δύο αυτές δομές, απολινώνονται (συγκλείονται) και διατέμνονται. Στη συνέχεια η χοληδόχος κύστη αποκολλάται από το ήπαρ και αφαιρείται, με ή χωρίς τη χρήση ειδικού σάκου. Αναλόγως της διεγχειρητικής πορείας μπορεί να τοποθετηθεί ένας σωλήνας παροχέτευσης στο τέλος της επέμβασης
Συνήθης μετεγχειρητική πορεία: Οι ασθενείς κινητοποιούνται και σιτίζονται το βράδυ της επέμβασης, ενώ λαμβάνουν εξιτήριο την επομένη, αφού αφαιρεθεί ο σωλήνας παροχέτευσης (εφόσον τοποθετήθηκε κατά την επέμβαση). Σε αντίθεση με την επικρατούσα αντίληψη στο ευρύ κοινό, μετά την επέμβαση ΔΕΝ υπάρχουν διατροφικοί περιορισμοί. Οι ασθενείς μπορουν να επιστρέψουν στις προ της επέμβασης δραστηριότητές τους εντός ολίγων ημερών.